Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου




Μια μουσική με χρώματα φωτιά τα βήματά μου
εικόνα συ το άπειρο μια θάλασσα ρηχή
οι σφαίρες μες στη σάρκα μου πονούν τα σωθικά μου
φιγούρα θαλασσή

πιάνω ρυθμό τρελαίνομαι βουτάω μες στ’ αλάτι
ξορκίζω ρίχνω αγιασμό να φύγει το κακό
θυμός περίεργος αυτός αγρίεψε το μάτι
το έργο μου κοιτώ

παίξε βιολί βυθίζομαι χορεύω με τη σκέψη
μετρώ σφυγμούς χορεύοντας τραγούδι εποχής
ο νους μου εζωντάνεψε το παρελθόν θα κλέψει
μαντήλι συ κρατείς

δυο μάτια που ξαφνιάζουνε μαλλιά δίχως μαντήλι
μετάξι έχεις φόρεμα γυμνό και το κορμί
θάλασσα συ αμίλητη μια πλάκα με κοντύλι
ανάσα μου εσύ

το έργο δεν τελείωσε μα ούτε θα τελειώσει
μπερδεύτηκε το τέλος του εφάνη η αρχή
το θέμα του περίεργο στον θεατή θα δώσει
μια λύπη περισσή

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ




















Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Ο ΧΡΟΝΟΣ


            

Χρόνε εσύ με γέρασες με στέγνωσες το βλέπεις
η φλούδα μου ξεράθηκε εφάνη η μπογιά
χωρίς διάκριση εσύ στο άπειρο μου τρέχεις
μου κάνεις ζαβολιά

ταξίδι κάνει η ζωή αλλάζουν οι μορφές της
γυμνώνεις σάρκα δεν πονάς ξεραίνεις τους χυμούς
σαν δοκιμάζεις χαίρεσαι μετράς τις αντοχές της
χαρίζεις και καημούς

αλλάζεις ρούχο δεν ρωτάς γελάς που ξεσκεπάζεις
κάνεις τη σάρκα να πονά χωρίς να την χτυπάς
και την παλιά της φορεσιά εσύ την κομματιάζεις
χωρίς να μου πονάς

παλιά μορφή ξεθώριασες και η μπογιά σου τρέμει
ο έρωτας εγέρασε στεγνώσαν οι χυμοί
ο κίνδυνος το ξύσιμο στη σάρκα σου καλέμι
ταλαίπωρο κορμί

μια φλούδα που ξεκόλλησε σημάδι που δεν σβήνει
μια στάμπα ολοφάνερη το γήρας να πονά
ανεμοστρόβιλος φυσά και η ζωή ωδύνη
το τέλος χαιρετά

ΜΙΜΗ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ  






































Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου





ΧΙΟΝΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ



         


Χλωμή ημέρα σκέπασε το χιόνι φορεσιά του
άσπρο το φόρεμα φορά σε λίγο η γιορτή
του καλλιτέχνη η μπογιά η άσπρη πινελιά του
το έργο στο χαρτί


μια ησυχία φαίνεται πουλί που δεν πετάει
λιακάδα του τυλίχτηκε με άσπρο του πανί
νιφάδα άσπρη σαν αυγή η σύνθεση μιλάει
στο νου μια μουσική


ζωγράφε με ταξίδεψες σε περασμένα χρόνια
θυμάμαι όπου έφτιαχνα χιονάνθρωπους εγώ
και γέμιζα την αγκαλιά με χιονισμένα βόλια
τους φίλους να χτυπώ


αφράτο χιόνι στόλισες τα σπίτια και τα δένδρα
κι ο καλλιτέχνης έτρεξε ν’ ασπρίσει τη σκηνή
από καιρό την έστηνε ετούτη την ενέδρα
μη χάσει τη στιγμή


κι ένας παππούς και μια γιαγιά παρέα με το χιόνι
το κρύο που τους έκαμε να θέλουν αγκαλιά
το γερασμένο τους κορμί με το χιονιά κρυώνει
σκληρά τα γηρατειά


ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
























Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ






    

Λουλούδια στο παράθυρο φυτρώσανε απόψε
η νύχτα έχει μια γιορτή και συ μου τραγουδάς
διαβάτη συ όπου περνάς αν θέλεις έλα κόψε
κακία μη κρατάς

αλόγου πέταλα χτυπούν πλακόστρωτο γλιστράει
ο καβαλάρης νεαρός την πόλη χαιρετά
το άλογο ατίθασο στη νύχτα χλιμιντράει
στη γρίλια σταματά

πόλη εσύ ο θαυμαστής σαν έφθασε κοντά σου
το δώρο του λουλούδια του αφήνει στα κρυφά
και να στολίσει θέλησε αυτός την αρχοντιά σου
ακόμα μια φορά

λουλούδια στο παράθυρο ο σεβασμός στολίζει
σκλαβιά εσύ δεν γνώρισες μια πόλη ιερή
το όνομά σου ξακουστό αγώνα συμβολίζει
στο χέρι το σπαθί

το δώρο του ελάχιστο μα έχει σημασία
ο νους του τρέχει στα παλιά ακούει τις φωνές
το κάστρο σας πως άντεξες με τόση κακουχία
ζωντάνεψε το χθες

μια πόλη με αγάλματα τα μάρμαρα πονάνε
ηχολογάνε μουσικά με πόνο στο χορό
νεκρά ψυχρά σαν στέκουνε μα όμως σου μιλάνε
λιβάνι θυμιατό

ρίξε το σμπάρο στη γιορτή να βγουν οι πεθαμένοι
για να χορέψει η λεβεντιά μήπως και ακουστεί
το Μεσολόγγι πάλι ζει ποτέ του δεν πεθαίνει
αλλάζουν οι καιροί

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ





































Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΝΟΥ

       
                             

Κλείνω τα μάτια δεν μιλώ ακούω τη φωνή μου
παίρνω τα χρώματα κρυφά χωρίς να τα κοιτώ
και με το νου σαν κλείνομαι μέσα εις το κελί μου
με χρώματα μεθώ

εικόνα τούτη φύτρωσε η έμπνευση μεθάει
μη μου μιλάτε έφυγα δεν είμαι πια μπροστά
η σύνθεση αόρατη σε ξένους  κόσμους πάει
ανοίγω γω πανιά

το έργο δεν τελείωσε μα ούτε καν αρχίζει
έχει καιρό το τέρμα του και γω ένας τρελός
το θέμα του ασύμμετρο για με δεν ξεχωρίζει
ο πίνακας χλωμός

θα το κρεμάσω μες στο νου το κρύβω δεν το βλέπω
ποζάρισε ο χρόνος μου για δυο μόνο λεπτά
μιλώ στο νου να μη κοιτά αφού δεν επιτρέπω
ούτε και μια ματιά

ατέλειωτο το όνειρο όποιος το δει κολλάει
να ερμηνεύσει προσπαθεί το χρόνο σπαταλά
μία γιορτή η ζωγραφιά και όμως τραγουδάει
με ήχο στα μουγκά
 
εικόνα τούτη έμεινε κρυμμένη μες στη σκέψη
η ερμηνεία θάφτηκε  βαθιά μέσα στη γη
κι ο θαυμαστής μη προσπαθεί το νου μου να μου κλέψει
γιατί θα κουραστεί

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ














































       
                                ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΝΟΥ

Κλείνω τα μάτια δεν μιλώ ακούω τη φωνή μου
παίρνω τα χρώματα κρυφά χωρίς να τα κοιτώ
και με το νου σαν κλείνομαι μέσα εις το κελί μου
με χρώματα μεθώ

εικόνα τούτη φύτρωσε η έμπνευση μεθάει
μη μου μιλάτε έφυγα δεν είμαι πια μπροστά
η σύνθεση αόρατη σε ξένους  κόσμους πάει
ανοίγω γω πανιά

το έργο δεν τελείωσε μα ούτε καν αρχίζει
έχει καιρό το τέρμα του και γω ένας τρελός
το θέμα του ασύμμετρο για με δεν ξεχωρίζει
ο πίνακας χλωμός

θα το κρεμάσω μες στο νου το κρύβω δεν το βλέπω
ποζάρισε ο χρόνος μου για δυό μόνο λεπτά
μιλώ στο νου να μη κοιτά αφού δεν επιτρέπω
ούτε και μια ματιά

ατέλειωτο το όνειρο όποιος το δει κολλάει
να ερμηνεύσει προσπαθεί το χρόνο σπαταλά
μία γιορτή η ζωγραφιά και όμως τραγουδάει
με ήχο στα μουγκά
 
εικόνα τούτη έμεινε κρυμμένη μες στη σκέψη
η ερμηνεία θάφτηκε  βαθιά μέσα στη γη
κι ο θαυμαστής μη προσπαθεί το νου μου να μου κλέψει
γιατί θα κουραστεί

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ














































Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

ΦΟΥΡΤΟΥΝΑ




Ο παφλασμός της θάλασσας αντάρα στη ψυχή μου
περίεργο φουρτούνιασμα μια σκέψη στα παλιά
η ταραχή πάλι μπροστά εικόνες στη ζωή μου
δυο χτύποι η καρδιά

αγρίεψε η θάλασσα μου θύμωσε το βλέπω
σαν άργησα να της μιλώ κρατά ένα θυμό
και γω μπροστά της ο μικρός εκστατικός να στέκω
με πρόσωπο βουβό

γιατί θυμώνεις θάλασσα γιατί εσύ φουσκώνεις
τα κύματά σου στο γιαλό κερνάνε το θυμό
το πείσμα σου το αρμυρό στα πόδια μου απλώνεις
μα σένα αγαπώ

με ξέχασες παλιόπαιδο οι όρκοι σου αέρας
σε πίστεψα περίμενα να σ' έχω συντροφιά
και συ αρμένιζες αλλού παλιόπαιδό μου τέρας
γιαυτό και’ χω μπασιά

γλυκιά μου λίμνη ήρεμη η ομορφιά σου κύμα
γίνε γαλήνη συ ξανά να βρέξω το κορμί
και να στεγνώσει να φανεί η άσπρη σου αρμύρα
χαμόγελο φανεί

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ


Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

ΚΑΡΑΒΙΑ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ

              

Καράβια δυο φουρτούνα συ το χάδι σου μοιραίο
μια συντροφιά χωρίς μιλιά της θάλασσας φιλί
και γω να στέκω να κοιτώ την πίπα μου να καίω
κι ο νους μου φυλακή

ταξίδι κάνει η καρδιά στη θάλασσα παρέα
στεριά εσύ με ξεγελάς τη σάρκα τυραννάς
μπερδεύω πρόσωπα θολά στη σκέψη μου μοιραία
φουρτούνα ο βοριάς

καράβια καλοτάξιδα πιασμένα χέρι – χέρι
στα κύματα ένας χορός δυο γλάροι συντροφιά
μπουρίνι μαύρος ουρανός πουνέντε θε να φέρει
ταμπούρλα με βιολιά

λοστρόμοι ναύτες στα πανιά ένας χορός αρχίζει
βεντάλια άσπρη άνοιξε να πάμε πιο γοργά
και μια μπουρού στα σκοτεινά στο βάθος να σφυρίζει
τα σύννεφα μαβιά

θαλασσινός είν’ ο χορός τσαλίμια θα μας κάνει
μια μουσική με θόρυβο κρατάτε τη σειρά
κι ο τιμονιέρης να κοιτά τον μπούσουλα μη χάνει  
μη πιάσουμε στεριά

καράβια δυο μες στο γιαλό η συντροφιά μετράει
αδέρφια εβαπτίστηκαν ο ίδιος ο νονός
κι ο μάστορας που τα’ φτιαξε με σιγουριά γλεντάει
το είπε  ο χρησμός

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

  

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2016

Η ΤΖΟΚΟΝΤΑ





Χαμόγελο περίεργο μια έκφραση που λέει
αυτά που μένουν μυστικά στο βάθος μιας ψυχής
δυο μάτια ένα βλέμμα της μια σκέψη όπου πλέει
μεθά ο θεατής

ζωγράφε μου ζωγράφισες μια κόρη μεγαλείο
το τέλειο το έκαμες σαν γρίφο στον καμβά
κι’ αποτελεί στην τέχνη σου εκείνο το στοιχείο
που πάντα θα μεθά

μία μορφή χαμόγελο γελά ή μουρμουρίζει
η σκέψη της με χρώματα τα μάτια της μιλούν
το κούτελό της  νόημα τα μυστικό προδίδει
δυο χείλη μαρτυρούν

σάρκα εσύ συναίσθημα ο έρωτας κρυμμένος
το μυστικό σου γίνεται σαν άλυτος χρησμός
κι ο θεατής σαν σε κοιτά μένει απολιθωμένος
μπροστά σ’αυτό το φως

da Vinci τι κατόρθωσες να κάνεις την εικόνα
να σου κρατά χαμόγελο με λύπη που μιλά
μυστήριο ο πίνακας με όνομα Τζοκόντα
ο γρίφος σου μεθά   

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ