Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ


                                              
Ορφάνεψες με μια σκουριά στην άκρη συ σκουπίδι
η κλειδαριά σε ξέχασε που είναι η καλή
η φορεσιά λερώθηκε δεν είσαι πια στολίδι
μικρό μου συ κλειδί

σίδερο είσαι άβαφο λερώνει η θωριά σου
το σχήμα σου δεν άλλαξε μα γέρασες θαρρώ
κουράστηκε το βλέμμα σου δακρύζει η ματιά σου
μου στέκεις ορφανό

της φύσης φόρμα φορείς σκουριά και το κορμί σου
μουγκή φωνή που χάθηκε στο διάβα της ζωής
στα γηρατειά σαν άλλαξε η δόλια η μορφή σου
τι φόρεμα φορείς

ο έρωτας σταμάτησε δεν σε χαϊδεύει χέρι
και το μπρελόκ με τα κλειδιά αναζητάς παντού
οι φίλοι σου σε ξέχασαν και συ δεν έχεις ταίρι
κλειδάκι του καημού

σαν γέρος εκατάντησες επούλησες τα νιάτα
βλέπω σκουριά πολύχρωμη σημάδι γηρατειών
η μοναξιά σου σύντροφος τραγούδι μες στη στράτα
και συ το παρελθόν

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

ΚΑΛΑΜΩΤΗ - ΚΑΛΑΜΩΤΗ





         

Καλαμωτή -καλαμωτή της ερημιάς η κόρη
η μοναξιά μες στο νερό γαϊτα παρακεί
κάποιος ψαράς σε κάρφωσε  στο βούρκο με το ζόρι
θαλασσινό κελί

καλαμωτή – καλαμωτή τα μυστικά βιβλίο
μες στο νερό ακίνητη γκριμάτσα σιωπής
περίεργο το σχήμα σου θαλασσινό θρανίο   
κουδούνι συ κρατείς

καλαμωτή – καλαμωτή  η μοίρα σου τραγούδι
το χρώμα σου εσκούρυνε δεν βγάζεις πια μιλιά
εμαύρισε στο σώμα σου μ’αλάτι και το χνούδι
αρμύρας πασχαλιά

καλαμωτή – καλαμωτή ξυλόφωνο της λίμνης
σαν σε φυσά ο άνεμος το θρόισμα γλυκό
τραγούδι όλο θάλασσα στρωσίδι συ της πρύμης
ιβάρι μοναχό

καλαμωτή – καλαμωτή μετρώ τα κόκαλά σου
άλλα ορθά άλλα λοξά κρατάνε τα νερά
γιρλάντα τα καλάμια σου καμάρι η κυρά σου
και συ μια αγκαλιά

καλαμωτή – καλαμωτή χωρίζεις ακρογιάλι
σε θάλασσα αμίλητη που έχει μυστικά
σαν προσπαθώ το διάβασμα με πιάνει μία ζάλη  
και φεύγω μακριά

καλαμωτή – καλαμωτή τσατσάρα της θαλάσσης
χωρίζεις φύκια πράσινα χτενίζεις αρμυρά
ξαπλώνεις πάντα με χαρά σαν θέλεις συ να φθάσεις
μα τέλος πουθενά

καλαμωτή – καλαμωτή τα χρόνια σου βρεγμένα
στολίζεις πάντα αμμουδιά ζωγράφου πινελιά
τα ψαροπούλια που και που επάνω σου βρεγμένα
και συ χωρίς μιλιά

καλαμωτή – καλαμωτή σπανίζεις μες στη λίμνη
τα χρόνια πέρασαν θαρρώ αλλάζουν οι καιροί
και γω κρατώ εικόνες σου και λόγια μες στη μνήμη
δεν ξέρω το γιατί



ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΚΟ ΦΕΓΓΑΡΙ


                                         



             

Φέγγει τώρα το φεγγάρι  μες στα φύλλα της καρδιάς
είν’ αλήθεια να το πίνεις  στην γαλήνη της βραδιάς
είναι άνθος των ερώτων   που στο χέρι το κρατώ
έχει αγκάθι που ματώνει  το κρεμώ σαν φυλαχτό

Η καρδιά σου όλ’ αρμύρα Λιμνοθάλασσα  εσύ
λατρευτή μου συ γυναίκα  σαν γλυκόπιοτο κρασί
Μεσολόγγι πονεμένο του Καψάλη ο δαυλός
σαν παράδειγμα θα μένεις στους αιώνες  σαν ψαλμός

Μια γαίτα ξεχασμένη  στο βουρκάρι να βοσκεί
χρυσοπράσινα νερά  της  δυο βουνά η αλυκή
τι παράδεισος η νύχτα  τι φεγγόβολη νυχτιά
λιμνοθάλασσα ετούτη  σαν σεντόνι η ματιά

Και ο νους μου θα την βλέπει κι η καρδιά θ’αποζητά
έχω πόνο στο κορμί  μου  το φωνάζω δυνατά
θα’ρθω βράδυ  θα’ρθω μέρα  θε να μείνω μοναχός
θε ν’ ακούσω τη φωνή σου  τι σκληρός ο χωρισμός

Θα σου γράψω και τραγούδι  να τ΄ακούσεις και να κλαις
το φτερούγισμα του γλάρου της κιθάρας οι χορδές
θα γυμνώσω το κορμί μου  θα γλιστρήσω στα νερά
θ’ αγκαλιάσω το κορμί σου και θα κλάψω γοερά

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Η ΚΙΘΑΡΑ ΜΟΥ







                             

Μια συντροφιά ένας δεσμός ο έρωτας κρυμμένος
η αρμονία στη ψυχή φεγγάρι φωτεινό
ήρεμες σκέψεις μες στο νου συχνά ερωτευμένος
κιθάρα σ’ αγαπώ

της αρμονίας όργανο του φεγγαριού παρέα
ρομάντζα ατελείωτη αρρώστιας γιατρικό
ο ήχος σου ο πλούτος σου ο έρωτας ιδέα
συχνά εγώ μεθώ

κάθε φορά που σε κρατώ ακούω το σφυγμό σου
χτυπούν χορδές σαν να μιλούν καμπάνες σε Ναό
και ζεις εσύ τ’ αμίλητο εκείνο τ’ όνειρό σου
κιθάρα  σ’ αγαπώ

μες στη νυχτιά ξεθάρρεψες καντάδα συνοδεύεις
τετραφωνία τ’ άκουσμα το τέμπο ρυθμικό
και το σκοτάδι μάτια μου περίεργα χαϊδεύεις
δεν ξέρω τι να πω

έξι χορδές τα σπλάχνα της σαν κουρδιστούν μιλάνε
μην τις αγγίξεις χάθηκες ταξίδι μακρινό
το όνειρο το ποθητό αιώνια κρατάνε   
μ’ ένα γλυκό σκοπό

της μοναξιάς η συντροφιά δυο βήματα σβησμένα
του φεγγαριού το γέμισμα μια τρέλα σαν κοιτώ
πανσέληνος τον Αύγουστο μια έμπνευση μια τρέλα
κιθάρα σαν κρατώ  

ερωτευμένη η βραδιά ο ήχος ταξιδεύει
σεγόντο τέρτσο με ρυθμό οι φίλοι μια γροθιά
τη σιγαλιά απρόσκλητη πάντα ανακατεύει
παράθυρ’ ανοιχτά

κιθάρα μου η μουσική μας έκανε ζευγάρι
κισσός εσύ τυλίχτηκες σ’ ανθρώπινο κορμό
και το κορμί μου έκανες να μοιάζει με φεγγάρι
κιθάρα σ’ αγαπώ

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Ο ΠΙΝΑΚΑΣ



                     
Τ’ ανέμου χάδι μες στο νου εικόνα που κοιμάται
το όνειρο στον ύπνο μου μια συντροφιά τρανή
σπίτι παλιό που έζησα με κάνει να θυμάται
κάποια γλυκιά στιγμή

αναγαλλιάζει και ο νους βυθίζεται η σκέψη
κάδρο εσύ τι ξέθαψες δεν ρώτησες θαρρώ
κι νοσταλγία εραστής στιγμές θέλει να κλέψει
τα λίτρα μου μετρώ

στιγμές που βόσκουν μες στο νου απότομα παγώνουν
και 'γω σαν βλέπω τον καμβά κρατώ αναπνοή
κάποιες στιγμές απρόσκλητες εμένανε ζυγώνουν
δεν θέλω τη φωνή

τριγύρω μου οι θαυμαστές κόσμος πολύς να στέκει
τα σχόλια ανάκατα στην έκθεση αυτή
και 'γω μικρός παράταιρος με σκέψη όπου πλέκει
ολόκληρη μορφή

σπίτι παλιό πως πόζαρες ποιος πλήρωσε τα λύτρα
ήσουν κρυμμένο φυλαχτό σε  στάχτη από καιρό
και η φιγούρα σου αυτή για μένα βγήκε ξύστρα
δυο δάκρυα κρατώ

το βλέμμα μου εκάρφωσα στη σκουριασμένη πόρτα
φύσημα χάδι μες στο νου εικόνες μου ξυπνά
κι αν δεν πιστεύεις έλα μου και στα κρυφά συ ρώτα
μα όχι φωναχτά

το έργο το αγόρασα το τύλιξα σκοτάδι
εκεί που ήταν νοερά το έθαψα βαθιά
στην έκθεση εκρέμασα μια φλόγα από λάδι
ο κόσμος να κοιτά

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

ΑΡΧΟΝΤΙΚΗ ΜΟΥ ΠΟΡΤΑ


    
Πόρτα κλειστή τι θα μου πεις τι έχεις να φιλέψεις
μια λιχουδιά που σου ζητώ ξανά μου την κερνάς
για να με κάνεις φίλο σου και συ να με πιστέψεις
πως νιώθω υπερήφανος γι΄αυτό όπου φοράς

Κι αν έχεις σκούρο φόρεμα κι αν είσαι ξεχασμένη
να νιώθεις υπερήφανη στην πόλη όπου ζεις
παράσημο ο θαυμασμός για κάτι που τελειώνει
μια μοίρα αδυσώπητη εσύ κληρονομείς

Έχεις τη λίμνη κόρη σου οι γλάροι τα παιδιά σου
τις αλυκές σαν φίλες σου τα σάλτσινα μωρά
θαλασσοπούλια φίλοι σου τα ψάρια στην ποδιά σου
σαν παραμύθια μείνανε σε παιδικά γραπτά

Μπροστά σου στέκει θάλασσα ασάλευτη αρμύρα
πολλές φορές σε χάιδεψε σου πήρα και φιλί
και συ καλέ την κέρασες κοχύλι με πορφύρα
πόρτα κλειστή αμίλητη κοιμάσαι μοναχή

Κάνω το στίχο μενταγιόν και στον κρεμώ στο στήθος
σε ζωντανεύω στη στιγμή σε φέρνω στα παλιά
και συ γελάς που σσ’αγαπώ περήφανη στο ήθος
Μεσολογγίτισσα κυρά κερνάς μια αγκαλιά

Πόρτα κλειστή για άνοιξε ν’ακούσω τη φωνή σου
να ξαναδώ τα πρόσωπα τους φίλους τους παλιούς
και να μυρίσω μυρουδιές μέσα απ’την αυλή σου
για μένα κάνε το αυτό αν πράγματι μ’ακούς

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

ΕΝΑ ΧΑΜΟΓΕΛΟ


                        

Ξεκάθαρο το βλέμμα της με νόημα γελάει
αργά βροντά ο πόλεμος το βόλι του ζεστό
στο τζάμι στόχος όμορφος αθώα που κοιτάει
συναγερμός εχτύπησε παιχνίδι με κρυφτό

Κι αν είσαι άνθρωπος κακός εγώ θε να γελάω
στο καταφύγιο θα μπω εκεί για να σωθώ
ασπίδα γυάλινη κρατώ μα κράνος δεν φοράω
γιατί στο τέλος μάθε το εγώ πάντα νικώ

Και συ μικρή άλλου λαού που παίζεις με παιχνίδια
έλα να δεις από κοντά εμένα που πεινώ
ο πόλεμος μου δώρισε περίεργα στολίδια
μα μάθε το πώς σίγουρα ακόμα σ’ αγαπώ

Το σκουριασμένο σίδερο μου σκούριασε τη σκέψη
να μη μπορώ στο όνειρο να βρω παρηγοριά
μη με κοιτάς που δεν μπορώ ν’αρθρώσω μία λέξη
η προίκα μου το γέλιο μου ζητώ μια ανθρωπιά

Κι παιδική της η ψυχή σαν νούφαρο που πλέει
το άκακο το βλέμμα της ειρήνη θε να πει
μες στα δεινά ελπίδα της μια προσευχή που λέει
ανάψτε και μη κάθεστε κρυφά ένα κερί

Κι αν πιάσει κείνη η προσευχή ημέρα θα χαράξει
τα σύννεφα θα φύγουνε ο κόσμος θα γελά
και το καράβι της χαράς σε αμμουδιά θ’ αράξει
γεμάτο με τα δώρα του παιχνίδια για παιδιά


ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

ΜΙΑ ΡΟΔΑ Η ΖΩΗ


         

Μιά ρόδα είναι η ζωή το δείχνει με  τα μάτια
να τη γυρίσει δεν μπορεί φοβάται ο μικρός
μήπως και άθελα αυτός γκρεμίσει τα παλάτια
και χάσει τη συνέχεια και μείνει και φτωχός

Γύρνα τη ρόδα σου μικρέ φέρε τ’ απάνω κάτω
μη σταματάς το τρέξιμο παιχνίδι κι όπου βγει
δώσε παράδειγμα εσύ κι αν χρειαστεί και σπάστο
το ρόδι που’ναι κόκκινο να δεις την προκοπή

Μέσα στον κόσμο μοναχό και παραστρατημένο
δαγκώνεις μ’όρεξη ψωμί της φτώχειας τον καημό
δικαίωμα μες στη ζωή λιγάκι ξεχασμένο
τη ρόδα έχεις φίλο σου παιχνίδι ακριβό

Κοιτάς με νόημα τρανό το μάτι σου φεγγάρι
στον ώμο το στεφάνι σου αγάπη σου τρανή
μέρα και νύχτα το κρατάς σαν να’σαι συ ζευγάρι
μικρέ μου φίλε έγχρωμε διδάσκει η ζωή

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

ΤΡΕΧΕΙ Ο ΝΟΥΣ ΜΟΥ



Τρέχει ο νους μου στα παλιά
σελίδες ξεχασμένες
μικρά παιδιά τα βλέμματα
αθώες οι καρδιές

ημέρες κείνες πέρασαν
σημάδια που δεν σβήνουν
μια γειτονιά που πέθανε
και όμως μου μιλά

ζαχαρωτά κεράσματα
καρδιές που ξεγελάνε
δυο δώρα τώρα η ζωή
και 'γω ένα παιδί

αθώα βλέμματα παιδιά
ο νους τους καραμέλα
γλυκό το κέρασμα γιαγιάς
ο χρόνος πως περνά

χρυσό το όνειρο θα πω
το τώρα ξεγελάω
μικρό παιδί σαν έγινα
το χρόνο σταματώ

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ