Τετάρτη 28 Μαρτίου 2018
Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018
Ο ΠΑΦΛΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑΣ
Ο παφλασμός με ξάφνισε φουρτούνιασε η σκέψη
εικόνες τούτες παιδικές παράδεισοι του νου
και γω να στέκω άφωνος χωρίς να λέω λέξη
στην άκρη του γιαλού
σκλάβος φτωχός γεννήθηκα της μοίρας ο διαβάτης
που περπατά στο πλάι της με φύκια συντροφιά
καλαμωτές τα χτένια της κι ο γλάρος της δραγάτης
θεέ τι ομορφιά
ρίχνω κοχύλι στο γιαλό τον παφλασμό δαμάσω
την ήρεμη την μοναξιά την κάνω να ξυπνά
και γω γελώ που περπατώ στο τέρμα για να φθάσω
μα πάντα στα τυφλά
χάνω το φως μου μπέρδεψα τη θάλασσα με ξέρα
τσαλαβουτώ στο βούρκο της αφράτο το κορμί
το σούρουπο το έκαμα να φαίνεται σαν μέρα
στο πρόσωπο λυγμοί
αρμύρας δάκρυα καυτά τα μάγουλα να καίνε
και γω κοχύλι άμοιρο ναυάγιο του γιαλού
όσοι χρησμοί κι αν γράφτηκαν το ίδιο πάντα λένε
παιδί του παφλασμού
γίνε καρδιά μου παφλασμός και χτύπα όλη νύχτα
και ξάπλωσε στην αμμουδιά μ’ ένα ρυθμό αργό
τα όνειρα και τους καημούς κι αυτά που είδες πνίχτα
να μη τα ξαναδώ
η αντοχή τελείωσε και συ καταβροχθίζεις
τον έρωτα μου πλήρωσα και τούτη τη φορά
ω! παφλασμέ μου δήμιε καρδιές πάντα θερίζεις
ο έρως συμφορά
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Σάββατο 24 Μαρτίου 2018
Τρίτη 20 Μαρτίου 2018
Ο ΓΛΥΠΤΗΣ
Σκέψη και βλέμμα ήρεμο και όνειρο γεμάτο
δυό χέρια ένα κέντημα ιδρώτας σε πυλό
ο νους γλιστρά σαν έλκηθρο ξύλο μικρό σπαθάτο
σε χέρι σταθερό
ζύμη πυλού απρόσωπη η σάρκα φαντασία
η αστραπή σαν φώτισε το έργο περπατά
κι ο καλλιτέχνης μάστορας δουλειά του μια μαγεία
ο ήλιος ξεμυτά
χαράζει μέρα με χρησμό πυθία μουρμουρίζει
κι ο καλλιτέχνης προσπαθεί να δώσει μια ζωή
να τη παγώσει προς στιγμή σε βάση που γυρίζει
τι άραγε να πει
τρομάζει η τέχνη θε να πω σε τούτο το μαντάτο
μάνα γεννά παιδί γλυπτό με μάτια ανοιχτά
κι όμως καρδιά χτυπά ρυθμούς σε μάρμαρο αφράτο
η σκέψη ξεγελά
κάτσε ρε φίλε φρόνημα μη παίζεις με την τέχνη
τα χέρια σου δεν ξέρουνε τι πλάθουν τη φορά
και πρόσεχε το μέτρημα ταλέντο καλλιτέχνη
μη βγει κάτι στραβά
δεν πλάθω δόξα χρήματα δεν πλάθω το εγώ μου
πλάθω στιγμές όπου περνούν σαν σύννεφα βροχής
της τέχνης έργα κούρασης για το καλό δικό μου
του νου και της ψυχής
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018
Ο ΓΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
Κρυφτούλια μάγια χάϊδεμα
σε χρόνο όπου φεύγει
ανάσα που δεν φαίνεται
τα γέρικα μαλλιά
άσπρο το χρώμα μαύρισε
η σάρκα ταξιδεύει
σε λίγο ερημιά
ρόζοι στα χέρια φάνηκαν
στο πρόσωπο ραγάδες
η αγωνία γέννησε
σημάδια στο κορμί
κι δρασκελιά ετρέκλισε
στο βάδισμα μπελάδες
παρέα τα ραβδί
καμάρι συ που έφυγες
η ερημιά σκοτώνει
μόνο η σκέψη έμεινε
κι αυτή παρηγοριά
σχοινί σκληρό αφύσικο
το μήκος σου τελειώνει
στο τέλος μια θηλιά
χρόνε που πας δεν με κοιτάς
η λάβα πλησιάζει
σε λίγο στάχτη θα γινώ
μια σκόνη τόση δα
η μέρα μου σκοτείνιασε
η άλλη ναι χαράζει
και συ δεν με κοιτάς
στάσου για λίγο φίλε μου
να στολιστώ πριν φύγω
φθινόπωρο τα φύλλα σου
στρωσίδι καταγής
και γω με γέλια και χαρές
φτερούγες μου ανοίγω
ψηλά εμέ θα δεις
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Σάββατο 17 Μαρτίου 2018
ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΦΙΛΙ
Μισοδιάφανο το φόρεμα
ψυχή όπου δεν κρύβει
συναίσθημα για φίλημα
ξαφνιάζει δεν ξεχνά
πυγολαμπίδα φώτισε
κονκάρδα να στολίζει
καρδιά μου πως χτυπά
αθώο κείνο το φιλί
λουλούδι που ανθίζει
τι ομορφιά τα χρώματα
το άρωμα πνοή
παιδί εγώ ξανάγινα
παιχνίδι ξαναρχίζει
τι όμορφη στιγμή
η φαντασία έπλασε
ολόχρυσο κοράλλι
και ο μαΐστρος έσπρωξε
βαρκούλα στα βαθιά
εικόνα κείνη θύμηση
και της στιγμής μια ζάλη
να σ’είχα αγκαλιά
θα το κρατήσω ζωγραφιά
κορνίζα του η σκέψη
το λίγο είναι όμορφο
κρατιέται ζωντανό
και συ μια θύμηση θα πω
μέσα στο νου μια τέρψη
για πάντα θα κρατώ
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΝΗΜΗΣ
Βούρκος και βούρλα στα ρηχά
αφρός ξανθός σαν κύμα
κοχύλι άδειο πέθανε
μαΐστρος που φυσά
και γω στην άκρη να κοιτώ
αλήθεια μα τι κρίμα
ξανά αναπολώ
ρολόι τώρα μπάταρε
και έδειξε εικόνες
και γω παιδί ξυπόλητο
στη γλίνα να γλιστρώ
βαρκούλα αυτοσχέδια
μια τάβλα δίχως ρόδες
τις ώρες να μετρώ
ω! χρόνια κείνα παιδικά
ω! γλάροι που πετάτε
μπερδεύετε τα σύννεφα
τα κάνετε θολά
και άφωνα φωνάζετε
εικόνες μα που πάτε
ελάτε πιο κοντά
τυλίξτε σκέψεις χρώματα
στιγμές όπου δεν σβήνουν
δώστε ζωή στη σάρκα σας
και πνεύμα μα και νου
και κάνετε τα νιάτα σας
χαρές πάντα να δίνουν
σε σκέψεις του καημού
και συ γλυκιά μου πρόδωσες
τα μάγια της καρδιάς μου
τσιγγάνα Λιμνοθάλασσα
τη μοίρα μου μη λες
το τι ζητά κάθε φορά
βουβά η αφεντιά μου
το ξέρεις και δεν κλαις
άστο στο κύμα τρέμουλο
πορεία του ανέμου
φεύγει μονάχο χάνεται
μα έρχεται ξανά
κάθε φορά ίδια μορφή
το ξέρεις συ καλέ μου
πληρώνω ακριβά
ΜΙΜΗΣ Χ.ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Τρίτη 13 Μαρτίου 2018
ΠΟΣΟ ΛΥΠΑΜΑΙ
Αισθήματα που πόνεσαν
στιγμές όπου δεν σβήνουν
βουνά ψηλά απάτητα
κρυμμένα μυστικά
δυό χείλια που εταίριασαν
μες στο σκοτάδι πίνουν
τον έρωτα κρυφά
και τώρα συ μια θύμηση
εικόνα σε κορνίζα
μία ζωή που πλέχτηκε
χωρίς να το σκεφτείς
το έργο σαν ετέλειωσε
εσύ μια Μόνα Λίζα
κοιτάς μα δεν μιλείς
λυπάμαι για τα χρόνια μας
που φύγαν στον αέρα
λυχνάρι που δεν κράτησε
το λάδι λιγοστό
κι πρασινάδα έγινε
απότιστη μια ξέρα
φτωχό το σαγαπώ
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)