Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΚΑΠΗΛΕΙΟ




 
Τρία σκαλιά υπόγειο κι η σάλα του γεμάτη
από βαρέλια  ξύλινα  που μύριζαν κρασί
τραπέζια άφωνα γραμμή να δέχονται πελάτη
τριγύρω σιωπή

Στους τοίχους κάδρα κρεμαστά λίγο ξεθωριασμένα
με ζωγραφιές περίεργες μιας άλλης εποχής
και στη γωνιά να στέκεται μια άφωνη λατέρνα
τον πόνο σου να πεις

Κι ένα ρολόι κρεμαστό  με τζάμι ραγισμένο
να σε κοιμίζει  σαν χτυπά τις ώρες δυνατά
και να ξυπνά στο μέσα σου  τον πόνο τον κρυμμένο
ακόμα δυο ποτά

Κι ένας σκυφτός που δεν μιλεί με βλέμμα λυπημένο
στο νου του κάτι σκέφτεται  κι αυτό αναπολεί
τα νιάτα του πως πέρασαν το γήρας δηλωμένο
ακόμα θε να πιει

Θα σηκωθεί τρεκλίζοντας δυο βόλτες για να φέρει
για να χορέψει αν σταθεί σαν κάτι για να πει
με δυο στροφές θε να τη βρει αν τούτος καταφέρει
αλλιώς θα σωριαστεί

παλιόζωή τι βάσανο κάθε γουλιά και πόνος
μια στράτα δύο βήματα ένα ποτό θα πιει
και ο πελάτης μοναχός τι βάσανο ο χρόνος
ψυχή του μοναχή

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου