Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017

Η ΜΟΝΑΞΙΑ










Και συ που στέκεις στη γωνιά και γω που σε διαβάζω
παλεύω με το όνειρο μπερδεύω την καρδιά
συμπέρασμα αβέβαιο την σκέψη μου κουράζω
καημός τα  γηρατειά

ζωγράφος είμαι και του νου της φαντασίας πέννα
πολύχρωμα τα γράμματα ωραία στο χαρτί
κι ο λόγος ο αμόρφωτος που μοιάζει με τη γέννα
ζητά μια ηδονή

γύφτισσα ρίξε τα χαρτιά τα λόγια σου παρέα
τη μοναξιά μου ντύσε τη με ρούχα παρδαλά
φτιάξε κορμί σαν άγαλμα να μοιάζει με ιδέα
και συ έλα κοντά

τα λόγια μου τα χάδια μου δεν έχουν ούτε χρόνια
στέκουν κολόνες μπρούτζινες που μοιάζουν με χρυσό
αγέραστα μου στέκουνε λεβέντικα αιώνια    
σαν μάρμαρο λευκό

και συ μικρή μου μοναξιά που έγινες συνήθεια
στέκεις σαν φίλη άφωνη διψάς για μια στιγμή
να περπατήσεις μια φορά χωρίς πεις αλήθεια
πως είσαι μια τυφλή  

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ












































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου