Ατάραχο το βλέμμα του ο νους του ξαποσταίνει
η πόλης ξεκουράζεται ο δρόμος ερημιά
πικρό καφέ επιθυμεί έτσι τον παραγγέλλει
κρύο νερό να δροσιστεί ακόμα μια φορά
Γλιστρά η σκέψη μες στο νου ρομάντζα στη γωνία
σαν πιεί καφέ όλα ξυπνούν οι πόνοι στη σειρά
ξεκούραση τι το’θελε γιαυτόνε τυραννία
κι άλλος καφές μαρτύριο και τούτη τη φορά
Απ’τα αγαθά όπου ζητά θέλει κι αυτός μερίδα
πικρός καφές η πληρωμή η μέρα δεν περνά
εδιάβασε ανέμελα τη ντόπια εφημερίδα
μα δεν βαριέσαι φίλε μου ξανά πικρό ζητά
Πικρός καφές μια μαχαιριά το σάλιο του στεγνώνει
ματώνει η σάρκα πιο βαθιά ο πόνος στη καρδιά
πικρός καφές εψήθηκε στο έρμο Μεσολόγγι
ελπίδα δεν με ξέχασες χαρίζει δυο φιλιά
Στενόχωρη γωνίτσα μου κορμί μου κουρασμένο
σε δρόμο παρακάλεσα να δω και γω καλή
να παραγγείλω το πιοτό να είναι γλυκαμένο
χαμόγελο στο πρόσωπο ν ’αλλάξει η ζωή
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου