Δυό παπαρούνες φύτρωσαν στο βούρκο της αρμύρας
προσφέροντας το χρώμα τους σαν δώρο στη μορφή
μονότονης χρωματιστής με μπλε χρώμα πορφύρας
να γίνει γελαστή
παράξενα εγέλασε χωρίς να πει μια λέξη
σαν να΄λεγε το χρώμα σας σε κάμπο μόνο ανθεί
θα ξεραθεί από τ’ αλάτι μου όταν δροσιά θα βρέξει
και κει θα μαραθεί
μα δεν πειράζει λίμνη μας το δώρο δεν μετράει
χειρονομία ταίριασε σαν πινελιά κρυφής
το κύμα σου στο μπάτη σου να μοιάζει σαν γελάει
το φύκι σαν κρατείς
στολίδι κόκκινο αυτό κι αν θέλεις βάψε χείλη
και χτένισε τα φύκια σου μαλλιά σου κατσαρά
άσπρη κορδέλα στα μαλλιά μία μορφή τ’Απρίλη
να σ’ είχα αγκαλιά
λουλούδια του Αράκυνθου του φίλου σου καμάρι
δυό παπαρούνες κρέμασες σε στύλο του νερού
και γιόρτασε η γειτονιά ο βούρκος το ιβάρι
εικόνα συ καημού
ω! τι χαρά το χρώμα σου ξαφνιάζει τον διαβάτη
στέκει κοιτά μονολογεί χαϊδεύει το νερό
λίμνη εσύ που ξάπλωσες αμέριμνη χορτάτη
και γω θε ν’ απορώ
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου