Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Η ΒΑΡΚΑ ΜΟΥ



Χορεύει η σκέψη στον αφρό το κύμα ταξιδεύει
κι ο μπάτης κάνει το νερό να φαίνεται θολό
μία δροσιά το δειλινό κι ο νους μου να γυρεύει
εικόνες στο βυθό

αθάνατη η σκέψη μου αόρατο το τάμα
κάθε φορά το δόλωμα κρατά κ’ ένα σκοπό
που να νομίζω πως θα δω κάποιο ψαρά αντάμα
ο τάφος του νερό

βάρκα γεμάτη όνειρα πανιά οι αναμνήσεις
η ερημιά του λιμανιού την κάνει να μιλεί
το όνομα στο πλάι της ποτέ μη μου το σβήσεις
γιατί θα μου πνιγεί

άστη να πλέει στον αφρό  με κάλμα με φουρτούνα
άστη να ζει στη θάλασσα και όχι στη ξηρά
κι αν φορτωθεί μη φοβηθείς κι ακόμα μέχρι μπούνια
το βιάτζο της χαρά

βάρκα δική μου όνειρο χαριτωμένη κόρη
είσαι σκαρί έχεις ζωή μα έχεις και μορφή
μια καλλονή στη θάλασσα χωρίς να’σαι βαπόρι
σφυρίζεις μες στα πέλαγα λευκό έχεις πανί

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ






Προσωπογραφίες Μίμη Χ. Γεωργόπουλου



Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Μίμης Χ.Γεωργόπουλος


ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΚΑΛΠΗ


Βλέπω κόσμο τα μπερδεύω βλέπω κάλπες στη σειρά
που ψηφίζω ρε λεβέντη βλέπω τρεις πρώτη φορά
πάρε δέκα τι! πετσέτες βάλε τώρα και σταυρό
ψάξε όνομα σπαθάτο να θυμίζει στρατηγό

τα διαβάζω ένα – ένα τα μπερδεύω ο καψερός
έχω γύρω μου χαρτάκια ευτυχώς που το κρατώ
πρώτη κάλπη για το δήμο άλλη κάλπη για Ευρώπη
ριχτό φίλε μου στη πρώτη

έβαλες και το σταυρό σου όχι τρείς παρά ,τριακόσιους
για να βγουν’ όλοι ξανά έχουν έργο τελειώσουν
γρήγορα πριν μετανιώσουν

και το βράδυ τους μαυρίζω ψηφοδέλτια χωρίζω
ένα πάνω ένα κάτω άλλο βάλτο δεξιά
μη μου κάνεις ρε το λάθος  γιατί έφαγες μπουνιά

πέρασε η άλλη μέρα έφθασε και η εσπέρα
αποτέλεσμα κανένα μάλλον έγκυρο το ένα

είναι άκυρο δεν είναι -είναι γνήσιο μωρέ
απορώ μα ποιος γιορτάζει το μυαλό μου κάπου μπάζει
πάρτε τα από μπροστά μου έχω χάσει τα μυαλά μου

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ





Μίμης Χ. Γεωργόπουλος



ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΚΑΛΠΗΣ




Έχω παιδί μες στη κοιλιά έχω και πόνους ρε παιδιά
ανοίξτε μου και σβήνω  
μετράτε όλοι τα κουκιά δώστε σε μένα λευτεριά
τα μάτια μου τα κλείνω

κάθε φορά με το γαμπρό πάντα ο ίδιος ο ρυθμός
εγώ γιορτάζω
απ’ το πρωί με τη αυγή άνοιξε στόμα να χαρείς
το φάκελο να ρίξω

αριστερά και δεξιά και κέντρο το χαρμάνι
η αγωνία σύννεφο τσιγάρο ρε ντουμάνι
άκυρο είναι ο καυγάς το μέτρημα γιαβάς γιαβάς
σιγά μωρέ το λάθος

εγώ πληρώνω τη φορά όταν δεν βγαίνουν τα κουκιά
η ένσταση αρχίζει
ξανά και πάλι η αρχή μια κούραση μια συγκοπή
ιδρώτας σύννεφο παιδιά λίγο νερό λιποθυμώ
ζητώ ένα ποτήρι

και γω μια μέρα στην αρχή κι άλλοι για χρόνια κατοχή
δίχως ευχή και προκοπή σφυρίζουν στον αέρα

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ  



ΔΙΑΒΑΖΩ ΤΗ ΣΚΕΨΗ



Διαβάζω τη σκέψη κι αυτά που μου κρύβεις
τη νύχτα τη μέρα τα κάλλη τη ζάλη
τις λέξεις του νου σου κραυγές του μυαλού σου
κρυφές

δυό μάτια σου κρίνα λευκά σου σαν κείνα
που φέγγουν τη νύχτα αυγή σου το βράδυ
άσπρο σου σάλι κολόνα αρχαία μα όχι τυχαία
Καρυάτις που λέει ανταύγεια που πλέει
σε κύμα θαλάσσης ποτέ δεν θα χάσεις
αυτό που ζητάς
και γω που διαβάζω τη σκέψη εκείνη
ο κύκλος θα κλείνει την έρμη Σελήνη
που προίκα της μόνο αγάπη και πόνο
κρυφά μας φυλά

αυτά που διαβάζω τα έχω κριμένα
αγάπες γραμμένες σελίδες φθαρμένες
στημόνι κι αδράχτι του πόνου το άχτι
στην έκφραση κείνη στην κάποια ωδίνη
συνήθης στιγμή

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ


ΑΧΟΡΤΑΓΑ ΜΑΤΙΑ


( διαβάζω τη φωτογραφία σου )

Αχόρταγα μάτια ζωής σκαλοπάτια
θ’ ανέβω να φθάσω κάτι να πιάσω
ιδέα νομίζω αγάπη χαρίζω γλυκιά
στο έργο του νου μου μέρα Μαγιού μου
τα δυό σου τα μάτια γλυκά μου κομμάτια
μαζεύω με ζάλη άσπρο σου σάλι
χλαμύδα αρχαία γλυκιά μου κοπέλα
μου σέρνεις χορό
και γω θαυμαστής σου που πλάθω κορμί σου
μια φλόγα που καίει μα πάντα θα λέει
αυγής σου αστέρι εκείνο το ταίρι
σαν χέρι κρατώ

αχόρταγα μάτια σελίδες διαβάζω
δυό άνθη του κήπου κορνίζα τα κάνω
μπροστά μου τα βάζω να φτιάνω τα μέρα
αυγή μα και’ σπέρα μαζί τους να ζω

ΜΙΜΗΣ

ΦΩΝΗ ΣΟΥ



Φωνή σου ξεθάβει παλιές ιστορίες
ο ήχος γλυκαίνει εικόνες του νου
μπροστά μου ανθρώποι ανθόσπαρτοι τόποι
και συ καλλονή

φωνή σου ξεθάβει αυτό που περνάει
βυθίζεις τη σκέψη χωρίς να’ χει κλέψει
μορφές που υπήρξαν σε κάποια στιγμή

φωνή σου ξεθάβει αρχαίο τοπίο
γλυκό το αντίο της κάποιας στιγμής
μονάχη φωνή σου όλη πνοή σου
θυμίζει ωραία τη κάποια παρέα
που θρύλος θα μένει μα όχι χαμένη
μορφή σαν ζωή

φωνή σου θυμίζει φτερό π’ ανεμίζει
σε κύμα που λέει που μοιάζει να κλαίει
ενώ το διαβάζει νύχτα χαράζει
γλυκό δειλινό

ΜΙΜΗΣ.  ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

ΨΗΦΙΖΩ ΑΓΑΠΗ




Ψηφίζω αγάπη σταυρώνω τα νιάτα
να βγούνε οι νέοι αέρας να πνέει
δροσιά μα και χρώμα σπαθάτο το σώμα
σκουριά του σιδήρου η ψήφος τυφλώνει
που κάνει τ’ αηδόνι να μη μας λαλεί

ψηφίζω αγάπη χωρίς να το κρύβω
η ψήφος μιλάει σχεδόν τραγουδάει
τον έρωτα κείνο που λέει αλλήλους
αγαπάτε ανθρώπους φύση και τόπους
ωραία η γη μας γνωστή συνταγή μας
παραβάν όπου φέγγει η νίκη δεν παίζει

αν βγει από ψήφους ψυχές  μας που λένε
μα πάντα θα κλαίνε χωρίς αμοιβή

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου




ΛΑΧΑΝΙΑΣΜΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ



Φιλί στο μάγουλο γλυκό ανάσα της λαχτάρα
χάδι της μάνας δύναμη ξαφνιάζει το παιδί
γαλήνη τ’ όνειρο αυτό ο ύπνος του ταξίδι
χαμένος ο ορίζοντας γλυκό του δειλινό

καινούριος κόσμος φάνηκε σαν μέτρησε η ώρα
το πρώτο κλάμα μοίρασε αγάπη και στοργή
το χέρι του σαν έσφιξε το στήθος ναι της μάνας
δυό χτύποι αρκετοί

λαχανιασμένος έρωτας τόσο μικρά τα χέρια
ο κόσμος όλος κίνηση να πιάσει τη ζωή
εικόνα τούτη χάραξε δική της πια πορεία
παιχνίδι κι όπου βγει

ένας ο κόσμος χτίζεται καινούργια είν’ τα λόγια
σελίδα νέα γράφεται μεγάλος σεβασμός
κι ο έρωτας π’ακούγεται  με νότες χορωδίας
μαέστρο δείξε φρόνηση ο ήχος θαυμαστός

χαρμόσυνα ακούσματα κι ο νους να ταξιδεύει
το θέμα, μας το χάρισε η φύση η σοφή
κι ο έρωτα λαχτάρισε με πάθος που χαϊδεύει
της μάνας το φιλί

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ    

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου



Τετάρτη 22 Μαΐου 2019

Ανοιξιάτικες εικόνες από τον Μίμη Χ. Γεωργόπουλο



ΚΑΙ ΓΩ ΤΑΞΙΔΕΥΩ


Και γω ταξιδεύω στις σκέψεις εκείνες
ζητώντας το χρώμα της κάποιας ζωής
αχνάρια του χρόνου θυμίζουν σελίδες
γραμμένες με αίμα μιας στάμπας πνοής

γυρίζω σελίδες δικές μου ελπίδες
αγάπη που μένει παρέα χαμένη
αγνάντι σε βράχο συνέχεια γράφω
τους στίχους εκείνους σαν μνήμη ζωής

καράβι μου πλέει χωρίς μια πυξίδα
μορφή πια χαμένη στον ύπνο την είδα
πανιά της σχισμένα κουπιά της σπασμένα
διαβάζω στοιχεία σε κάποια σανίδα
ξαφνιάζει ναυάγιο κερί μου στον Άγιο
ξωκλήσι στην άκρη καντήλι ανάβω
σαν δένω τον κάβο πατώ σε ξηρά

το όνειρο τέλος μα όχι καινούργιο
το ίδιο να βλέπω που πάντα το έχω
παρέα δική μου μορφή της ζωής μου
σφιχτά το κρατώ

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

ΣΤΑΣΟΥ



Μια στάση για λίγο κάνε πριν φύγεις
τα μάτια εκείνα πίνω ρετσίνα μονάχος
μεθώ
μεθάω κρατάω εικόνα που λέει
βάρκα που πλέει μονάχη στο κύμα
σε κάποιο γιαλό
στείλε σημάδι βράχου αγνάντι
γνωρίζω το τέλος πορεία σπασμένη
σε βράχια πνιγμένη ο χρόνος γιατρός
σανίδα που πλέει ναυάγιο να κλαίει
ξεχασμένο καράβι και κάποιος να ράβει
σε σάρκα σημάδια της άμμου πετράδια
πονώ
δύο γλάροι περνάνε χωρίς να κοιτάνε
εμένα που στέκω χωρίς το γιλέκο
με στήθια βαμμένα με αίμα γραμμένα
σε σκέψη γλυκιά

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ



ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ



Σάρκα αέρας φως σου και βλέμμα γλυκό
διαβάζω ψυχή σου άνθη αυλή σου
που ζεις
λόγια που γράφω λευκή η σελίδα
κι όμως γυρίζεις το φύλλο που βλέπεις

άκου το γρύλλο τραγούδι που λέει όχι
δεν κλαίει χαρίζει σε σένα γλύκα
και κέρνα φιλιά

σιωπή σου τα μάτια άσπρα παλάτια
προίκα που λέει βάρκα που πλέει
ταξίδι ονείρου κουκίδα τ’ απείρου
κερνάς ομορφιά

και γω που θαυμάζω άνθη στο βάζο
γιορτάζω το κάλλος μονάχος κρατώ
εικόνα σου κείνη βλέμμα οδύνη
και όμως χαρά

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ