Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου













ΚΑΠΟΙΟΣ ΚΕΡΔΙΖΕΙ





Σάρκα γυμνή μια καλλονή
λέξη ζεστή κάπου στη γη
κοιμάται

όνειρο τούτη η στιγμή
σκέψη γλυκιά η αρετή
θυμάται

γράμμα κενό δίχως γραφή
κι όμως τα λόγια στο χαρτί
κρατά το φάκελο κλειστό
δακρύζει

χρησμός μαντείου των Δελφών
είναι απόν κι όμως παρόν
φλόγα κρυφή νύχτα θολή
φεγγίζει

κι αυτός δειλός που δεν τολμά
δυό της κουβέντες στα γραπτά    
βαδίζει

που πας φωνάζει μια φωνή
όποιος με θάρρος ενεργεί
κερδίζει

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ




ΘΟΛΗ ΒΡΟΧΗ




Νύχτα αυγής τσάμι θολό
δυό στάλες να κυλάνε
φύλλα των δέντρων δάκρυα
περίεργη σκηνή
φεγγάρι που μου κρύβεται
στα σύννεφα παιχνίδι
το τζάμι να κοιτώ

αυγερινός λιγόστεψε
ο νους μου ζωγραφίζει
μια καταχνιά περίεργη
τοπίο η αυγή
δυό γλάστρες που ανθίσανε
συμπλήρωμα στο κρύο
το τζάμι να κοιτώ

χνότο το τζάμι θόλωσε
εικόνα στο φλιτζάνι
νε ερμηνεύσω δεν μπορώ
σημάδια του καιρού
σε λίγο ξεθωριάσουνε
το σχήμα τους αλλάζει
το τζάμι γω κοιτώ

κλείνω κουρτίνα δεν βαστώ
κάτι με βασανίζει
παλιές εικόνες στο μυαλό
με κάνουνε παιδί
χρόνε τραβάς χωρίς μιλιά
πορεία προς τα πάνω
το τζάμι δεν κοιτώ

χαϊδεύεις πόνο και χαρά
χαϊδεύεις κι αναμνήσεις
κερνάς πρωί απρόσκλητα
πικρό μωρέ καφέ
και συ με κάνεις να γυρνώ
με ζόρι προς τα πίσω
πάλι μπροστά το χθες

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΕΓΩ



Παλιά μου χρώματα εσείς
παλιές μου αναμνήσεις
ανακατεύω αρετές
θυμώνω βλαστημώ
σαν ζω το σήμερα εγώ
νομίζω πως τελειώνω
παιδί είμαι μικρό

ζωγράφε μου τρελάθηκες
τα χρώματα σκοτάδι
κι φαντασία όνειρο
κι ο ύπνος τραγικός
κι ο λύχνος που σιγόφεξε
σαν τέλειωσε το λάδι
ζητώ ξανά το φως

δυό μάτια σαν μου μίλησαν
μία φωνή με χρώμα
συχνό ετούτο το πιοτό
με κάνει και μεθώ
και τραγουδώ στο πουθενά
σαν γίνομαι και λιώμα
φωνάζω να πιαστώ

και οι μπογιές σαν τέλειωσαν
το έργο συνεχίζει
κι ζωγραφιά όλο πιο κει
και λίγο παρακεί
κρυφή έχει μορφή

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ


Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου

















Η ΜΟΝΑΞΙΑ



Η μοναξιά μια συντροφιά
κι το κενό παρέα
λόγος μουγκός στον ουρανό
κι νύχτα συννεφιά

πέφτει βροχή στο μάρμαρο
ασπράδι σαν ασήμι
τσάμι θολό δυό δάκρυα
κι ο λύχνος να κοιτά

σπίτι μικρό και φτωχικό
κιλίμια για στρωσίδια
το πάτωμα σανίδες του
να τρίζουν σαν πατάς
και η βραδιά  μια μουσική
του γκιόνη πανηγύρι
εικόνες συ κρατάς

αχ μοναξιά δεν μου μιλά
ο ήχος με ξεχνάει
ίσκιος η σάρκα δίπλα μου
και γω αναπολώ
χρόνια παλιά άλλες ψυχές
το σήμερα μιλάει
λες κ’ είναι ναι το χθες

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ







ΚΑΙ ΓΩ ΜΟΝΑΧΟΣ




Απέραντη θέα στο βάθος χαμένος
σύννεφο κείνο
μόνος τα πίνω
κύμα αρμύρας το χάδι της λίμνης
μαΐστρος χαϊδεύει κι σκέψη φευγάτη
πονώ

δυό φύκια σταλίκια
γαϊτες ξαπλώνουν
ρηχά τα νερά της
με βούρκο που καίει
μια πάπια βουτάει κι ο γλάρος πετάει
αλάτι αστράφτει βουνά Αλυκής
ιβάρια καλάμια σαν χτένια που μοιάζουν
χτενίζουν το κύμα Πελάδας βουβής

και γω ο μονάχος στην άκρη κρατάω
μπαστούνι μη πέσω
στη λίμνη πνιγώ 
διαβάτες ρωτάνε απάντηση μία
κι αυτή δίχως ήχο
συνθέτω τον στίχο
με λόγια που λέει για χρόνια
φευγάτα  του τώρα μαντάτα
μπορεί να πνιγώ.

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ






ΕΛΠΙΔΑ




Ελπίζω πως θα’ρθω
μόλις ξεφύγω
δειλά δύο λέξεις
σου γράφω για λίγο

νομίζω ο νους μου
θωριά σου εικόνα
πολλά μου τα χρόνια
παλιά η κολόνα

στηρίζει θωριά της
και γω ο διαβάτης
τη νύχτα βαδίζω
του κάκου σφυρίζω

και συ να κοιμάσαι
ποιος ξέρει που να’ σαι
μια βέρα στο χέρι
το άγνωστο ταίρι

ΜΙΜΓΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ




ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΝΗΜΗΣ !



Και συ μικρός τρέχεις τρελός στα σάλτσινα
της λίμνης
ξυπόλητο μικρό παιδί χρόνια εκείνα
κατοχή
εικόνες όμορφες της μνήμης

τώρα τα χρόνια που κυλούν
μέσα στο νου μου πως πονούν
ψάχνω να βρω τον αδερφό
δύσκολος τούτος ο χρησμός
κοιτάω

θάλασσα μπλε που ‘σαι μωρέ
ανέμου αύρα μου μιλά
κύμα ξυπνά σαν χαιρετά
ρωτάω

γοργόνα λίμνης με κοιτά
τι μου ζητάς και με ρωτάς
στην ερημιά μονάχος
ψάχνω να βρω μια πετονιά
βάρκα κλειστά δυό της πανιά
κοιμάται

και γω μ’ αγάπη χαιρετώ
λίμνης νερό λίγο θολό
γεια σας εικόνες μου γλυκές
ξανάρθω !

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ






ΠΕΣ ΜΟΥ ΜΙΑ ΛΕΞΗ



Πες μου μια λέξη όμως πριν φέξει
χρόνος που τρέχει πάντα ξεχνά
χέρια μαγεία είσαι αγία
αλλού μου κοιτάς

νύχτα μ’ αστέρια δος μου τα χέρια
σέρνω κορμί μου είσαι ζωή μου
πες μου μια λέξη δάκρυ μου τρέξει
δεν με κοιτάς

θέλω να γράψω θέλω να κλάψω
είμαι ζωγράφος είμαι το λάθος
σένα που θέλω τόσο πολύ

πες μου μια λέξη μπόρα θα βρέξει
δάκρυα κείνα άσπρα σου κρίνα
χάδια σου σκέψη
ούτε μια λέξη

ΜΙΜΗΣ  ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ








Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

Ο ΕΡΩΤΑΣ ΘΕΡΙΣΤΗΣ





Τριγύρω μας ξερόκλαδα
κι ο ήλιος το λιοπύρι
μία ακρίδα πέταξε φτερό της καφετί
του κάμπου μέρα θεριστής
και μείς το πανηγύρι
ρομάντζα καταγής

στρώμα τα στάχυα όνειρο
ο ουρανός σαν θόλος
γαλάζιο τούλι άνοιξε ζωγράφου πινελιά
ο έρωτας εσκίρτησε
σαν κράτησα το χέρι
δυό χτύποι στην καρδιά

πλατύ καπέλο για σκιά
σκεπάζει εαυτό μου
ανάσα μου ιδρώτας μου
και γω λιγοθυμώ
στάλες ιδρώτα έσταξαν
ανάσα με ζεσταίνει
το μάγουλο φωτιά

στάχυα κομμένα δω και κει
σαν κάποιος τα μοιράζει
ο κάμπος όλος ξέφωτος
η γύμνια μια ντροπή
κι ο έρωτας ο θεριστής
μες σε καρδιά φωλιάζει
έλα και συ χαρείς

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ














Δια χειρός Μίμη Χ.Γεωργόπουλου



ΚΑΙ ΣΥ ΜΙΑ ΜΟΝΑΞΙΑ




Ψάχνεις το φάρο της ζωής ζητάς ένα λιμάνι
κοιμάσαι μοναχή
αχτίδα γρίλιας μοναξιάς σκούρο το χρώμα
που φοράς θαμπό ένα καντήλι
γυρνάς εδώ γυρνάς εκεί δίχως πυξίδα μοναχή
σε βρίσκει και το δείλι

ίσκιος εσύ νύχτα θολή κρότος καθόλου σιωπή
ο γκιόνης να κοιμάται
και συ κοιτάς στο πουθενά φώτα μικρά όλα σβηστά
παλεύεις

ένα μυρμήγκι να ζητά σπόρο μικρό που κουβαλά
θέλει να καταφέρει
   να στον χαρίσει για να βρεις κάποια χαμένη σου πνοή
αστέρι
και συ να στέκεις στη γωνιά κάπου εκεί στην ερημιά
καρτέρι
μήπως περάσει ο φτωχός κείνος που μένει μοναχός
κολόνα στο αγέρι
και συ αν θέλεις τη ζωή γέλα και βράδυ και πρωί
ποιος ξέρει.!!!

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
















Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018

Δημιουργίες του Μίμη Χ. Γεωργόπουλου



Η ΑΓΑΠΗ ΑΡΓΗΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ




Αργά τα βήματα κρατά
μουγκά τα δυό της λόγια
σκέψεις πολλές μέσα στο νου
διστάζει για να ‘ρθει
σύννεφα δυό μαύρος καπνός
ακούρδιστα ρολόγια
αγιάτρευτη πληγή

κι αυτή αργεί τόσο πολύ
σχεδόν μία ημέρα !!
χρόνος μικρός πόνος ψυχής
κάλμα δίχως αέρα

του κούκου όμως η φωνή
σαν γρίφος στο σκοτάδι
χτυπά αργά σαν να μιλεί
γιατί αργείς που να σου βρει
εκείνο σου το χάδι
να ζήσει δεν μπορεί

έλα λοιπόν γιατί αργείς
λόγια αγάπης να της πεις
τρέξε  παιδί στη μάνα
αγάπη είσαι μια μορφή
άσπρη κορδέλα σαν φορείς
ξανθές  οι μπούκλες αστραπές
κρότος εσύ καμπάνας

ΜΙΜΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ







ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΝΗΜΗΣ ( παλιό Μεσολόγγι )



Λίμνη εσύ ζωγράφισες σαν έσβησε το δείλι
πόλη σε κύμα αγκαλιάς σπιτάκια στο νερό
και σκέπασες ορίζοντα με θαλασσί μαντήλι
ακόμα απορώ

κύμα κι αγέρι πάντρεψες τα έκαμες μια μάζα
και με το βούρκο σου εσύ σαν έπλασες κορμί
το τύλιξες με φύκια σου και μ’ αρμυρή σου γάζα
αθάνατη μορφή

παλιά μου πόλη έγραψες σελίδες στη ψυχή μου
αλφαβητάρια πνοής ακόμα τυραννούν
ανασκαφές οι σκέψεις μου κι αυτές η ταραχή μου
εικόνες πως πονούν

άνθρωποι κείνοι έφυγαν σαν άλλαξε τοπίο
ζωή παλιά εθάφτηκε στο διάβα των καιρών
και συ γλυκιά παρέμεινες στο νου μου σαν μνημείο
εκείνων των σπιτιών

παλιά μου πόλη γέρασες μα είσαι πάντα νέα
έχουν ζωντάνια τα προικιά οι ρίζες σου βαθιές
κι αυτή που δεν μπολιάστηκε αθάνατη σου θέα
θυμίζει ναι το χθες

και γω που δεν μεγάλωσα πιλάλα στα σοκάκια
κάθε φορά που έρχομαι δυο δάκρυα κερνώ
τις αναμνήσεις μου κρατώ σε κάποια σου σπιτάκια
που τώρα γω τα ζω

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ