Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Η ΤΟΥΡΛΙΔΑ ΤΗΣ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑΣ






Και συ Τουρλίδα μοναχή που χάνεσαι στο βάθος
δούλα της θάλασσας θα πεις πως στέκεις μοναχή
πως χαιρετάς τη λίμνη σου κάθε φορά με πάθος
με φόντο Αλυκή

δυo φάροι είν’ τα μάτια σου το βλέμμα σου φεγγάρι
το σούρουπο γαλήνη σου μαΐστρος που φυσά
χάδι αέρα σαν γλιστρά θυμίζεις το ζευγάρι
κρυφά που περπατά

πάρε καλάμι σκάλισε σε σάλτσινο αφράτο
καρδιά σε λάσπη τρυφερή δυο γράμματα βαθιά
για να πονέσει ο γιαλός με χτύπημα σπαθάτο
στη δόλια σου καρδιά

ζωγράφε όπου χάθηκε το έργο σου στη λίμνη
γαϊτα το παρέσυρε ναυάγησε βαθιά
η ομορφιά τα χρώματα μια πινελιά στη μνήμη
ανάσα για καρδιά

Τουρλίδα πως εφύτρωσες ποιος έσπειρε το σπόρο
πως έφθασε μυστήριο στην άκρη μιας ξηράς
αφού θα παραβίασε τον άγραφο τον όρο   
που λέει μη πατάς

η μοναξιά μου ξέρα μου το λίπασμα αλάτι
η πρασινάδα κρύσταλλο σαν χιόνι καταγής
ένα πουλάκι κάθισε κατάμαυρο το μάτι
εικόνα μιας ψυχής

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ



Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΙΑ

             

              

Βλέμμα του έρωτα αυτό τραγούδι της γαλήνης
περίπατος μοναχικός δυο σκέψεις στο μυαλό
νερό γλυκό νερό ρηχό μια θάλασσα να πίνεις
στο βούρκο της πατώ

κορμί εσύ από πηλό με φύκια ναι πλασμένη
φόρεμα μπλε διάφανο απέραντος γιαλός
ζυμώθηκε τ’αλάτι σου σε ζύμη ξαπλωμένη
πρυάρι μοναχό    

καλαμωτή σε σχέδιο νερού το βοσκοτόπι
σαν φρύδι που εφύτρωσε γκριμάτσα σε νερό
το κύμα σου ακίνητο θυμίζει το σιρόπι
κρατιέμαι μη το πιω

και συ κυρά τι σκέφτεσαι ποιον έρωτα βιώνεις
το μυστικό που έκρυψες πληρώνω να το δω
σαν σε κοιτώ ζαλίζομαι με οίκτο με σκοτώνεις   
όπου και να σταθώ
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ

















Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

ΟΤΑΝ ΚΟΙΤΑΣ ΑΠΟ ΨΗΛΑ





Όταν κοιτάς από ψηλά
όλα μικρά μια ζωγραφιά
μια θάλασσα εσύ ρηχή
ποιος τάχα σένανε θα πιει

όταν κοιτάς από ψηλά
ένας μαΐστρος θα φυσά
δυο γλάροι κάνουνε φωλιά
ξάπλα στα φύκια αγκαλιά

γυμνό κοράλλι αμμουδιά
δύο κοχύλια στη ξηρά
άσπρο το κύμα με αφρό
κόντρα βαρκάκι στο καιρό

όταν κοιτάς από ψηλά
όλος ο κόσμος δρασκελιά
μια μαργαρίτα στα ρηχά
κάνει στη λίμνη συντροφιά

βότσαλο συ που κολυμπάς
άσπρο το φόρεμα φοράς
αυγό της πέτρας ξεγελάς
έλα και συ κοντά χωράς

πάπια μικρή όπου πετάς
είσαι αλήθεια πινελιά
άσπρο φτερό μες στο νερό
σύννεφο γράφει σ΄αγαπώ

όταν κοιτάς από ψηλά
όλα στη γη μία σταλιά
έλα και συ εδώ ψηλά
σκόρπα μ’ αγάπη τα φιλιά

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
















Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΕΝΟΣ ΒΟΤΣΑΛΟΥ





 

Γλυκό νερό που ξέπλυνε τ’αλάτι απ’ την πέτρα
ξεγύμνωσε τη σάρκα μου την κάνει να πονεί
η φόρα σου δεν ρώτησε και έβαψε αβέρτα
σιγά την τεχνική   

η φύση δεν βιάζεται μονάχη της φωνάζει
τα βότσαλα στην αμμουδιά ξαπλώνουν καταγής
και συ ζωγράφε μάθε το η τέχνη ωριμάζει
στη φύση αν θα βγεις

μπογιές γραμμές και σχήματα αλλάζουν τη μορφή μου
με κάνουν πότε να πονώ και πότε να γελώ
ζωγράφε γύρνα το τροχό και κάνε τη ζωή μου
στολίδι σε γιαλό

τα ρούχα που μου φόρεσες ταιριάζουν στο χαρτί σου
σου τα χαρίζω δωρεάν το είναι μου κρατώ
κι αν θέλεις θέμα ψάξε το λουλούδι στην αυλή σου
και γω θ’ απαλλαγώ

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ



Τα βότσαλα του Μίμη