Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΟΥ ΘΥΜΩΣΕ

  


Και συ που έχεις μια οργή και τώρα μου θυμώνεις
ανακατεύεις το νερό σαν τάχα να μιλάς
μεθάς μ’ αρμύρα σε χορό αόρατα πεισμώνεις
τα κύματα χτυπάς

πολλά μποφόρ μου χάρισες με τρόμαξε το κύμα
σαν στέκω γω αμήχανος φοβάμαι μη πνιγώ
να προχωρήσω σκέφτομαι δεν κάνω ούτε βήμα
στην άκρη κει κοιτώ

οι βάρκες σου εκρύφτηκαν στο μόλο αραγμένες
όταν σου βλέπουν τον θυμό αμίλητες κρατούν
τα παλαμάρια σφίγγουνε οι δέστρες τεντωμένες
κοιτούν μα δεν μιλούν

θα περιμένω να σε δω έτσι όπως σε ξέρω
με χρώμα μπλε το πλάτος σου σεντόνι ανοιχτό
εικόνες κείνες που κρατώ στο νου μου θε να φέρω
χωρίς να σου μιλώ

το κύμα σου που άφρισε μια έκφραση δηλώνει
κάτι θα θέλει να μου πει παράπονο τρανό
σαν πέταξε απότομα της λίμνης το γλαρόνι
σημάδι με χρησμό

και συ μια θάλασσα βαθιά με πρόσωπο ωραίο
έχεις συναίσθημα αν θες μιλάς μες στη καρδιά
φουρτούνιασμα το άκακο το χάδι σου πηγαίο
μεγάλη αγκαλιά  

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
















Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ



καράβι συ μες στο νερό
ταξίδι που θα φτάσει
ανατολή το χάραμα
λευκό έχεις πανί


και συ που κάνεις πως κοιτάς
το βλέμμα σου ματώνει
φυσά καημός στο πέλαγος
κρατάς μια πετονιά


της ομορφιάς το πέλαγος
μια τρέμουλα το κύμα
ζαλίζει σκέψη μα και νου
διψάς για το χορό


κι ο μπάτης που εφύσηξε
το μάγουλο φουσκώνει
τρέχεις στο κύμα μόνο σου
αφρίζει το νερό


μη φύγεις κείθε μακριά
στην άγκυρα κρατήσου
μια χαραυγή η μουσική
αρμύρα στο κορμί


το πρόσωπο σου γελαστό
σημάδι που δεν σβήνει
θα μένει  κει στην αμμουδιά
σαν φάρος γελαστός


ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ


Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΣΑΛΤΣΙΝΟ










    
Τα πρώτα μου τα βήματα
η πρώτη μου τσουλήθρα
το πόδι μου ολόγυμνο
σε αρμυρό νερό

χέρια μικρά ελεύθερα
παλάμες ανοιγμένες
παιχνίδι με τ’αδέρφι μου
το τόπι μου κλωτσώ

δυο αρμυρίκια φύτρωσαν
δυο σπίνοι κει κουρνιάζουν
απέραντη η απλωσιά
η λίμνη χαιρετά

νοτιάς στεγνώνει τα μαλλιά
ο βούρκος τα λερώνει
και το μικρός ο μπόμπιρας
τη μάνα να ξεχνά

παλιά μου πόλη ήσουνα
απέραντη δασκάλα
κάθε στιγμή και μάθημα
κάθε βροχή και στάλα

γλίνα ξερή σαν άσφαλτος
το τόπι μου κλωτσάω
και το παιχνίδι όνειρο
τη πείνα να ξεχνώ

αξέχαστοι καιροί που πήγατε
κρατώ ένα λυχνάρι
ψάχνω σημάδια στο νερό
το χθες πάλι ζητώ

πληρώνω τις εικόνες μου
με δάκρυ σαν ακούω
το κύμα σου οι στίχοι μου
και κει να σταματώ

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ






































Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου



Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

Δια χειρός Μίμη Χ. Γεωργόπουλου




Η ΣΑΛΠΙΓΓΑ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ



              ΤΕΛΟΣ


Γλυκιά μου σάλπιγγα φωνή της ηρεμίας κόρη
ηρέμησε τα όπλα τους με μία φυσηξιά
και το τσεκούρι που χτυπά να μοιάζει με αγόρι
που σβήνει τη φωτιά


παίξε τον ήχο σου γλυκά να σε ακούσουν πάλι
να ταξιδέψουν μακριά να φύγει ο θυμός
και να σωπάσει στη στιγμή το άγριο τσακάλι
μαζί και ο εχθρός


ο ήχος σου σαν όπλο σου το κάστρο το γκρεμίζει
τρυπάει πέτρες σίδερα σκορπάει μια φωτιά
και τον εχθρό στα σίγουρα σαν κάτι του θυμίζει
μια νότα στη καρδιά


τα άρματα τα όπλα σας να γίνουνε παιχνίδια
να παίζουν τα μικρά παιδιά σε κήπους της χαράς
και με ρυθμούς της σάλπιγγας να κάνουνε στολίδια
με ρούχα αποκριάς


και συ τρομπέτα χάλκινη που μοιάζεις με μαέστρο
μη σταματάς στη σιγαλιά την όπερα κρατείς
το ήρεμο κομμάτι σου ξανά και πάλι πες το
αφού τους ηρεμείς


κι απ’ τον ήχο σου θα βγει συμπέρασμα μεγάλο
προς τι όλο το μέτωπο γιατί η ντουφεκιά
καλύτερα χορέψετε όλοι μαζί το μπάλο
αφού είστε παιδιά


ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ  




















    

Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Η ΣΑΛΠΙΓΓΑ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ








ΣΕΛΙΔΑ ΠΕΜΠΤΗ



Φαντάρε στο χαράκωμα η σάλπιγγα σαν παίζει
γλυκαίνει μίσος και θυμό σε κάνει νοσταλγό
θυμίζει κάποιον έρωτα της βέρας το τραπέζι
του μέλλοντα γαμπρό


εικόνες όμορφες χωριού η σάλπιγγα σου φέρνει
σε κάνει να σηκώνεσαι με τ’ άρματα στη γη
τον κίνδυνο η μοίρα σου απότομα σου παίρνει
χωρίς να το σκεφθεί


και συ εχθρέ που πολεμάς που τα’χεις και χαμένα
σήκω και συ χωρίς ν’αργείς λουλούδι να κρατάς
αν θέλεις φίλε να χαρείς κάντο αυτό για μένα
εμπρός μη με κοιτάς


και το χαλκό όπου φυσάς φαντάρε μ’αρμονία
τα άρματα τα ηρεμείς σε τούτη τη σιγή
παράδειγμα χριστιανικό για κάποια κοινωνία
που δίνει εντολή


τον πόλεμο τι τον ζητάς γιατί το παραπέρα
έλα εδώ στην ερημιά ν’ακούσεις τον καημό
και όπλο που εσκότωσε για κάντο μια φλογέρα
να δεις το σ’αγαπώ


κι αν θέλεις και το νόημα το λέει η τρομπέτα
κάθε φορά όπου λαλεί μια νεκρική σιγή
οι σκοτωμένοι π’άκουσες μπορεί να είναι δέκα
σταθείτε προσοχή


ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ








Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Η ΣΑΛΠΙΓΓΑ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ













ΣΕΛΙΔΑ ΤΕΤΑΡΤΗ

Κι ο πόλεμος εγλύκανε μια σάλπιγγα χτυπάει
άκου τι παίζει φίλε μου δυό νότες μια ψυχή
κι ο σαλπιγκτής στην κορυφή τον ουρανό κοιτάει
σαν κάνει προσευχή

παίξε τρουμπέτα μην αργείς σκοπό που δεν ματώνει
μαλάκωσε και ο εχθρός για δέστε σιωπή
μια συμφωνία στα μουγκά ο πόλεμος παγώνει
με λίγη λογική

τα βήματα σταμάτησαν τι νόημα η νίκη
τα σκοτωμένα τα κορμιά το πένθος θα μετρά
ανόητο κάποιος θα πει φτηνό το αντριλίκι
ο τάφος συμφορά

καλλίτερα ο πόλεμος να ήταν με τραγούδια
οι σάλπιγγες να παίζανε σκοπούς ειρηνικούς
κι σφαίρες όλο πράσινες να μοιάζουν με λουλούδια
θανάτους μην ακούς   

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
 







ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ








Λουτρό το βλέμμα σαν κοιτώ
γαλάζιο κυπαρίσσι
το όνειρο είν’ ζωντανό
δεν θέλω να ξυπνώ

δυό λόγια όλα μες στο νου
ακούω τις φωνές σου
μια τρέλα η εικόνα σου
σε σκέψεις θα πνιγώ

λίμνη εσύ νεράιδα μου
γαλάζιο μου λουλούδι
περνώ τη σάρκα σου εγώ
μιλώ με την καρδιά

ορίζοντας ασάφεια
τα χρόνια πάλι μπρος μου
παιδί το σώμα έγινε
πετώ απ’ τη φωλιά

προσκέφαλο είν’ η ζωή
κρεβάτι η λαχτάρα
πάλι το όνειρο αυτό
εμέ ταλαιπωρεί

δυό φύλλα τώρα ανοιχτά
το φως και το γαλάζιο
σαϊτα γίνομαι κρυφά
κανείς δεν θα με δει

θα καρφωθώ στη σάρκα σου
εσένα να πονέσω
να σου θυμίσω τα παλιά
γλυκιά μου καλλονή

κι αν θέλεις χαμογέλασε
και στείλε μου μαντάτο
με γλάρο θαλασσόπουλο
δυο λέξεις στη ψυχή

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ



















 

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Η ΒΡΟΧΗ ( συνέχεια )







Χώμα πατώ μες στο νερό
σταγόνες με κυκλάκια
θολός ορίζοντας  εκεί
ομπρέλα ανοιχτή

βηματισμός στην ερημιά
στο πρόσωπο αέρας

μια φαλαρίδα στα ρηχά
κουρνιάζει μοναχή

βροχή θαρρώ δυνάμωσε
οι λεύκες χαιρετίζουν
και τα χλωρά μαδήσανε
μια γύμνια στο νοτιά

κύμα ρηχό ανάκατα
με βούρκο παιχνιδίζει
και η γαΐτα θύμωσε
κρυφά μονολογεί

η λίμνη τώρα χλώμιασε
η πόλη αναπνέει
παράθυρα εκλείστηκαν
ο θόρυβος μουγγός

και ένα φως με τρέμουλο
ο γλόμπος τραγουδάει
κι η γειτονιά κοιμήθηκε
μαζί και ο γιαλός

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ