Πόρτα κλειστή τι θα μου πεις τι έχεις να φιλέψεις
μια λιχουδιά που σου ζητώ ξανά μου την κερνάς
για να με κάνεις φίλο σου και συ να με πιστέψεις
πως νιώθω υπερήφανος γι΄αυτό όπου φοράς
Κι αν έχεις σκούρο φόρεμα κι αν είσαι ξεχασμένη
να νιώθεις υπερήφανη στην πόλη όπου ζεις
παράσημο ο θαυμασμός για κάτι που τελειώνει
μια μοίρα αδυσώπητη εσύ κληρονομείς
Έχεις τη λίμνη κόρη σου οι γλάροι τα παιδιά σου
τις αλυκές σαν φίλες σου τα σάλτσινα μωρά
θαλασσοπούλια φίλοι σου τα ψάρια στην ποδιά σου
σαν παραμύθια μείνανε σε παιδικά γραπτά
Μπροστά σου στέκει θάλασσα ασάλευτη αρμύρα
πολλές φορές σε χάιδεψε σου πήρα και φιλί
και συ καλέ την κέρασες κοχύλι με πορφύρα
πόρτα κλειστή αμίλητη κοιμάσαι μοναχή
Κάνω το στίχο μενταγιόν και στον κρεμώ στο στήθος
σε ζωντανεύω στη στιγμή σε φέρνω στα παλιά
και συ γελάς που σσ’αγαπώ περήφανη στο ήθος
Μεσολογγίτισσα κυρά κερνάς μια αγκαλιά
Πόρτα κλειστή για άνοιξε ν’ακούσω τη φωνή σου
να ξαναδώ τα πρόσωπα τους φίλους τους παλιούς
και να μυρίσω μυρουδιές μέσα απ’την αυλή σου
για μένα κάνε το αυτό αν πράγματι μ’ακούς
ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου