Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

Ο ΑΝΕΜΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ





Άνεμος συ το όνειρο τα σύννεφα αντάρα
μια σκέψη τα μεσάνυχτα η μόνη συντροφιά
αχτίδα φως σαν τρύπωσε σε πόρτας χαραμάδα
στο νου μου μαχαιριά

μαΐστρε συ μοσχόβολε για πού καλέ πηγαίνεις
σέρνεις μαζί σου φρόκαλα και φύκια σου ξερά
κάθε φορά σιωπηρός μπροστά μου συ διαβαίνεις
νερά σου αρμυρά

πλάσε λοιπόν μια θάλασσα με βούρκο στο μυστρί σου
κορμί παρθένας λυγερής το κύμα σου σφυρί
άνεμε συ τεχνίτη μου η γνώριμη φωνή σου
με κάνει σαν παιδί

παλίρροια με χάιδεψε σαν νότισε το χέρι
μια αίσθηση περίεργη μαζί με ταραχή
σαν ξύπνησα εκοίταξα πως ήταν μεσημέρι
δυό στάλες η βροχή

βασανισμένο μου κορμί εικόνες πόσες λέξεις
χίλιες οι θύμησες θαρρώ ξεχνιέμαι με ποτό
άνεμε συ με κέρασες χίλιες φορές τις έλξεις
χωρίς να στις ζητώ

αρμύρας φάντασμα εσύ απρόσκλητα χαϊδεύεις
ξυπνάς εικόνες παιδικές ανθρώπων που δεν ζουν
νοσταλγικά θα σου το πω γλυκά εσύ παιδεύεις
σε σπλάχνα που πονούν

κι αν σ’ αγκαλιάζω δυνατά και με τα δυό τα χέρια
το κάνω δίχως λογική αυθόρμητα κλεφτά
κι αν περπατώ στη μοναξιά με ήλιου μεσημέρια
το κάνω γελαστά

ΜΙΜΗΣ Χ. ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΣ






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου